- δέδια
- δέδια, δεδίσκομαι, δεδίττομαιSee also: s. δείδω.Page in Frisk: 1,354
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). Robert S.P.. 2010.
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). Robert S.P.. 2010.
δέδια — δείδω perf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακονημένων — δεδιᾱκονημένων , διακονέω minister perf part mp fem gen pl δεδιᾱκονημένων , διακονέω minister perf part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακόνηκε — δεδιᾱκόνηκε , διακονέω minister perf imperat act 2nd sg δεδιᾱκόνηκε , διακονέω minister perf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακόνηκεν — δεδιᾱκόνηκεν , διακονέω minister perf ind act 3rd sg δεδιᾱκόνηκεν , διακονέω minister plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακονημένου — δεδιᾱκονημένου , διακονέω minister perf part mp masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακονῆσθαι — δεδιᾱκονῆσθαι , διακονέω minister perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακονήσεται — δεδιᾱκονήσεται , διακονέω minister futperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακόνηκα — δεδιᾱκόνηκα , διακονέω minister perf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδιακόνηται — δεδιᾱκόνηται , διακονέω minister perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδίασι — δεδίᾱσι , δείδω perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεδίασιν — δεδίᾱσιν , δείδω perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)